ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2021
ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (Ματθ. δ΄12-17)
(10 Ἰανουαρίου 2021)
«... Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν·
Μετανοεῖτε ἤγγικε γὰρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν...».
Mὲ αὐτὴ τὴ φράση ἀπὸ τὸ σύντομο σημερινὸ Εὐαγγελικὸ κείμενο τῆς πρώτης Κυριακῆς μετὰ τὰ ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Κυρίου, ἡ Ἐκκλησία μᾶς εἰσάγει στὴν πραγματικότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δὲν ἔχει τέλος, δὲν εἶναι ξένη καὶ μακρυνὴ πραγματικότητα γιὰ τοὺς πιστούς, ἀλλὰ ἐσωτερικὴ κατάσταση ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὸν ἱερὸ πόθο καὶ τὴν ἀνάγκη τῆς παρουσίας Του στὴ ζωή τους, καλλιεργεῖται στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους καὶ διαποτίζει τὸν πυρῆνα τοῦ εἶναι τους.
Τί εἶναι ἆραγε ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Εἶναι φαινομενικότητα ἢ πραγματικότητα; Εἶναι ἰδεολογικὴ στάση τοῦ ἀνθρώπου ἢ οὐσιαστικὴ κατάσταση τῆς ψυχῆς του; Εἶναι τόπος ἢ τρόπος γιὰ ὅσους τὴν ἀναζητοῦν;
Σίγουρα ὅσοι ἐπιφανειακὰ ψάχνουν μέσα ἀπὸ τὸν περιορισμὸ τῆς λογικῆς, ἀντιμετωπίζουν τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀφηρημένη καὶ εὐρύτερη χριστιανικὴ ἔννοια. Ὅσοι ὅμως τὴν ἀντικρύζουν μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως, διαπιστώνουν πὼς αὐτὴ ἀπεικονίζεται στὸν τρόπο τῆς δικῆς τους ζωῆς. Στὸ ὕφος καὶ στὸ ἦθος τους, στὴ ποιότητα δηλαδὴ τῆς ζωῆς τους. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ διαφαίνεται τότε ὡς ἐξωτερικὴ ἔκφραση τῆς ἐσωτερικότητας τῆς ψυχῆς τους. Γιαυτὸ οἱ συνειδητοὶ πιστοὶ εἶναι ἐπίγειοι ἄνθρωποι ἀλλὰ οὐράνιοι πολῖτες. Ζοῦν καὶ κινοῦνται στὴ γῆ, ἀλλὰ φρονοῦν καὶ συμμορφώνουν τὴν βιοτή τους μὲ τὸ πολίτευμα τοῦ οὐρανοῦ. Ἔχουν τὰ μάτια τους στὴ γῆ, μὰ κρατοῦν πάνω ἀπὸ αὐτὴν τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά. Ζοῦν τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ παροδικά, ἀλλὰ μαγνητίζονται καὶ κινοῦνται πρὸς τὰ αἰώνια καὶ ἀληθινά.
Μοιράζονται τὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά μετέχουν στὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι βιώνουν τὴ Βασιλεία Του «ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρὸν» τοῦ μετρητοῦ τους χρόνου μὲ τὴν προσδοκία τῆς αἰωνιοποίησής τους.
Πιστοί, ἔτσι, γίνονται «οἱ ἀτενίζοντες διαπαντὸς ἐν τῷ οὐρανῷ».Μέσα ἀπὸ τὴν ἀδυναμία τῆς φθαρτῆς φύσης του κάθε ἄνθρωπος καὶ τῆς καθημερινῆς πτώσης του ἔχει μόνον ἕνα τρόπο νὰ ἀτενίζει τὸν οὐρανό. Τὸν ὑπέδειξε μὲ σαφήνεια στὴν σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ τὴν προτροπὴ «Μετανοεῖτε».
Προτροπὴ γιὰ ἐπιστράτευση τῶν ψυχικῶν δυνάμεων μὲ προθυμία γιὰ συμμόρφωση στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔναντι τῆς ἐλεύθερης ἐπιλογῆς τῶν πιεστικῶν ἀναγκῶν τῆς φθαρτῆς φύσεως. Προτροπὴ γιὰ ἀδιάκοπη ἀναγνώριση τῶν σφαλμάτων μας καὶ ἀλλαγὴ τῆς νοοτροπίας μας. Προτροπὴ γιὰ ἀντίσταση στὴν πτωτικὴ πορεία καὶ καλλιέργεια τῆς διαθέσεως μετανοίας.
«Τὸ πίπτειν ἀνθρώπινον, τὸ ἐμμένειν σατανικὸν» μᾶς διευκρινίζουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Δηλαδή, τὸ νὰ πέφτει κανεὶς στὴν ἁμαρτία εἶναι γνώρισμα τῆς κοινῆς μας φύσεως, τὸ νὰ στέκεται ὅμως ἀμετανόητα ἀπὸ προτίμηση στὴν ἁμαρτία, εἶναι πιὰ γνώρισμα τῆς προσωπικῆς διαθέσεως.
Ἔρχεται σήμερα ὁ Χριστὸς καὶ μᾶς ὑποδεικνύει «ξένης βιοτῆς τὴν ἀπαρχήν» πρὸς τὶς συνήθειές μας. Μᾶς ὑποδεικνύει τὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας, δηλαδὴ τῆς μεταστροφῆς τοῦ δικοῦ μας τρόπου.
Μακάρι μέσα στὸ νέο χρόνο ποὺ ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἐπέτρεψε νὰ προστεθεῖ στὴ ζωή μας, νὰ ζήσουμε, νὰ βαδίσουμε ὅλοι μας τὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας. Δηλαδὴ νὰ ἔχουμε τὴν ἑτοιμότητα νὰ δεχθοῦμε αὐτὸ τό μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ, τήν μετάνοια, πού μεταμορφώνει καὶ ἱεροποιεῖ τὴ ζωή μας, σὲ ἕνα κόσμο ποὺ καθημερινά μετέρχεται ὅλα τὰ δυνατὰ μέσα νὰ ἀποϊεροποιήσει τὰ πάντα, καλλιεργῶντας τὴν ἐγωπάθειά μας, μὲ σκοπὸ τὴν ἀπομόνωσή μας ἀπὸ τὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ.
Ἡ μετάνοια θὰ μεταμορφώσει τὴ ζωή μας, θὰ ἰσορροπήσει τὴν ὕπαρξή μας, θὰ ἐξασφαλίσει τὴν σωτηρία μας καὶ θὰ σώσει τὸν κόσμο ὅλο.
Ἀμήν.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2020
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. ιγ΄ 10-17)
(6-12-2020)
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς φέρνει στὴν σκέψη ἕνα γεγονὸς ποὺ ἐξελίχθηκε μέσα σὲ Συναγωγή, ὅπου δίδασκε ὁ Κύριος κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Ἐμφανίστηκε μία ἀληθινὰ ταλαίπωρη γυναίκα, ἡ ὁποία γιὰ δεκαοκτὼ χρόνια καὶ ἀπὸ συνεργία τοῦ Σατανᾶ, βρισκόταν σὲ ἄθλια κατάσταση. Ἦταν συγκύπτουσα, δηλαδὴ συνεχῶς σκυφτή, ἀδυνατώντας νὰ σηκώσει πάνω τὸ κεφάλι της. Ὁ φιλάνθρωπος Κύριος τὴ λυπήθηκε καὶ ἀφοῦ τὴν προσέγγισε, ἔβαλε πάνω της τὰ χέρια Του, καὶ αὐτὴ ἔγινε καλὰ τὴν ἴδια στιγμή. Τότε, τόσο ἡ πρώην ταλαίπωρη γυναίκα, ὅσο καὶ ὁ λαός ποὺ εἶδε τὸ θαῦμα, δόξασαν τὸν Θεό.
Ὁ ἀρχισυνάγωγος, ὅμως, μετὰ τὴ θεραπεία τῆς συγκύπτουσας ἀπὸ τὸν Κύριο, ἀντέδρασε, ἐπικαλούμενος τὴν τήρηση τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου. Μὲ ἀγανάκτηση εἶπε στοὺς παρευρισκομένους νὰ μὴν προσέρχονται πρὸς θεραπεία τὸ Σάββατο, ἀλλὰ τὶς ὑπόλοιπες ἕξι ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας: «ἓξ ἡμέραι εἰσίν, ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι˙ ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθαι, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου». Τοῦτο τὸ ἔκανε ὄχι ἐξαιτίας τοῦ ζήλου ποὺ εἶχε γιὰ τὸν πατρῶο Νόμο, ἀλλὰ διότι ἦταν ὑποκριτής, γεμᾶτος φθόνο.
Ὁ φθόνος εἶναι ἕνα φοβερὸ νόσημα, εἶναι πάντοτε τέκνο τῆς κακότητας τοῦ Σατανᾶ καὶ ἀντιμάχεται καὶ ἀμφισβητεῖ τόσο τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ὅσο καὶ τὰ ἔργα Του. Ὅταν ἐμφανιστεῖ στὴν ψυχή, τὴν τυφλώνει καὶ τὴν ἐξασθενεῖ, ὅπως ἡ σκουριὰ τὸν σίδηρο, καὶ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει λογικὰ καὶ νὰ μὴν βλέπει καὶ νὰ σκέφτεται τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο τί κακὸ νὰ πεῖ καὶ νὰ κάνει. Κατὰ πὼς λέει ὁ Μέγας Βασίλειος ὁ φθόνος προέρχεται ἀπὸ τὴ ζήλεια, γεννᾶ τὸ μῖσος καὶ μεταφράζεται σὲ λύπη γιὰ τὴν εὐτυχία τοῦ ἄλλου. Ἔτσι ἐκδιώκεται ἡ ἀγάπη καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀντιμετωπίζει τοὺς πάντες, ἀκόμα καὶ τοὺς εὐεργέτες, ὡς ἐχθρούς. Ὁ φθονερὸς λυπᾶται γιὰ τὰ καλὰ καὶ τὶς ἀρετὲς καὶ τὴν εὐτυχία τοῦ πλησίον, ὑποφέρει γιὰ τὶς ὅποιες ἐπιτυχίες ἔχει ὁ συνάνθρωπός του. Στενοχωριέται καὶ πληγώνεται ἀπὸ ὅλους. Ἔχει κάποιος καλὴ ὑγεία; Αὐτὸ πληγώνει τὸν φθονερό. Εἶναι κάποιος πιὸ ὡραῖος καὶ πιὸ ὄμορφος; Εἶναι πλούσιος, ἔχει κοινωνικὴ ἐπιφάνεια; Τοῦτα εἶναι πληγὲς καὶ τραύματα στὴν ψυχὴ τοῦ φθονεροῦ. Τὸ μόνο ποὺ ἀνακουφίζει τὸν φθονερὸ εἶναι ἡ δυστυχία τοῦ συνανθρώπου του, τὸν ὁποῖο φθονεῖ. Ὅταν λοιπὸν κάποιος χαίρεται, κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο, ὁ φθονερὸς δὲν χαίρεται μαζί του, ὅταν, ὅμως, ὑποφέρει τότε συμπάσχει μαζί του καὶ τὸν εὐσπλαχνίζεται γιὰ αὐτὸ ποὺ ἔπαθε. Χαρὰ τοῦ φθονεροῦ λοιπὸν εἶναι νὰ δεῖ, τὸν ἐπιτυχημένο νὰ ἐκπίπτει σὲ ἐλεεινό, τὸν εὐτυχισμένο ἄνθρωπο νὰ γίνεται δυστυχὴς καὶ τὸν χαρούμενο νὰ δακρύει καὶ νὰ πενθεῖ.
Ἡ κατάσταση τοῦ φθόνου εἶναι ἐναντίωση στὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης, σὲ αὐτὸν ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ ἀγαπᾶμε ὄχι μόνο ὅσους -γιὰ ὁποιονδήποτε λόγο- μᾶς ἐπηρεάζουν καὶ μᾶς ἐνοχλοῦν, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τοὺς ἐχθρούς μας. Ἀντ᾽ αὐτοῦ οἱ ταλαίπωροι φθονεροί, ὄχι μόνο τοὺς ἐχθρούς τους δὲν ἀγαποῦν, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τοὺς φίλους καὶ ἀδελφοὺς καὶ εὐεργέτες τους φθονοῦν καὶ ἐπιβουλεύονται γιὰ τὴν εὐτυχία ἢ τὴν ἐπιτυχία τους.
Ὁ φθονερὸς ἄνθρωπος ἔχει ἔλλειμμα ἀγάπης καὶ ἄρα μένει ἐκτὸς τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν πᾶνε ὅσοι μισοῦν καὶ φθονοῦν τὸν ἄλλο, ἀλλὰ αὐτοὶ ποὺ ἀγαποῦν καὶ χαίρονται γιὰ τὸ καλό, τὸ ἀγαθὸ καὶ τὴ δόξα τοῦ συνανθρώπου τους.
Ἂς μὴν λησμονοῦμε πὼς ὁ θάνατος γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους ἐκπήγασε -ὡσὰν ἀπὸ πηγή- ἀπὸ τὸν φθόνο τοῦ διαβόλου, καθὼς ἐπίσης ἡ ἔκπτωση ἀπὸ τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ ἡ ἀποξένωση ἀπὸ τὸν Θεό. Ἄρα ἐφόσον ποθοῦμε τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἂς ἀκούσουμε τὸν Ἀπόστολο αῦλο, ὁ ὁποῖος μᾶς συμβουλεύει: «μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες», καὶ ταυτόχρονα μᾶς ζητᾶ νὰ γίνουμε «ἀλλήλους χρηστοί, εὔσπλαχνοι», συγχωροῦντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καθὼς καὶ ὁ Θεὸς ἐν Χριστῷ ἐχαρίσατο ἡμῖν».
Ἂς ἀγωνιστοῦμε λοιπὸν νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ἀποβάλουμε τὸ ὀλέθριο πάθος τοῦ φθόνου ἀπὸ τὴν ψυχή μας καὶ ἀντ᾽ αὐτοῦ νὰ ἀποδεχθοῦμε τὸν ἀδελφό μας, νὰ χαροῦμε γιὰ ὅλα του τὰ προτερήματα, μὰ κυρίως νὰ ταπεινωθοῦμε καὶ νὰ τὸν ἀγαπήσουμε, ἐπειδὴ αὐτὸς γίνεται μέσον τῆς προσωπικῆς κοινωνίας μας μὲ τὸν θεό.
Ἀμήν